To UDP δεν τοποθετεί τα τεμάχια σε ακολουθία και δεν ενδιαφέρεται με ποια σειρά θα φτάσουν στον παραλήπτη. Δεν ακολουθεί την πορεία των τεμαχίων, δεν τα ελέγχει και δεν απαιτεί μηνύματα επιβεβαίωσης ασφαλούς άφιξης. Γι΄αυτούς τους λόγους το UDP θεωρείται αναξιόπιστο πρωτόκολλο. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι το UDP είναι αναποτελεσματικό απλα δεν χειρίζεται θέματα αξιοπιστίας. Σαν παραδειγμα έχουμε τις εφαρμογές audio και video streaming (π.χ. youtube) όπου χρησιμοπούνται κατα κόρον πακέτα UDP. Για τις εφαρμογές αυτές είναι πολύ σημαντικό τα πακέτα να παραδοθούν στον παραλήπτη σε σύντομο χρονικό διάστημα για να μην υπάρξει διακοπή της ροής ήχου και εικόνας ενω αν χαθεί κάποιο πακέτο οι εφαρμογές εχουν μηχανισμούς ώστε να μην το αντιλαμβάνεται ο χρήστης. Τέλος το UDP δεν δημιουργεί virtual circuit και δέν επικοινωνεί με την πλευρά προορισμού πριν την παράδοση της πληροφορίας, γι' αυτό και θεωρείται ως ασυνδεσμικό (connectioneless) πρωτόκολλο.
Όπως παρατηρούμε το "τεμάχιο" του UDP είναι αρκετά μικρότερο απο αυτό του TCP και επισης δεν προσφέρει πεδία για επιβεβαίωση στο header.
Sourse port: η πόρτα του αποστολέα από την οποία προήλθε το πακέτο. Εάν ο παραλήπτης επιθυμεί να στείλει κάποια απάντηση θα πρέπει να την στείλει στην πόρτα αυτήν. Το συγκεκριμένο πεδίο δεν είναι υποχρεωτικό και στις περιπτώσεις που δεν χρησιμοποιείται θα πρέπει να έχει την τιμή 0.
Destination Port: η πόρτα του παραλήπτη στην οποία θα πρέπει να παραδοθεί το πακέτο.
Length: αυτό το πεδίο μας δείχνει το μέγεθος του πακέτου σε bytes.
Checksum: ένα πεδίο 16-bit το οποίο χρησιμοποιείται για επαλήθευση της ορθότητας του πακέτου στο σύνολό του, δηλαδή τόσο της κεφαλίδας όσο και των δεδομένων.
Άλλες εφαρμογές που χρησιμοποιούν το πρωτόκολλο UDP είναι οι διαδικασίες σχετικές με το Domain Name System (DNS), το Dynamic Host Configuration Protocol (DHCP) καθώς και το Routing Information Protocol (RIP).